Με τον Ν. 4808/2021 επήλθε μία σειρά ρυθμίσεων σε ζητήματα εργατικού δικαίου, μεταξύ των οποίων είναι και η σύγχρονη μορφή εργασίας σε ψηφιακές πλατφόρμες. Φυσικά, το ζήτημα αυτό είχε ήδη προ πολλού αποτελέσει μέρος της ελληνικής πραγματικότητας, με το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ήδη από τον Νοέμβριο του έτους 2020 να έχει εκδώσει σχετική εγκύκλιο, παρέχοντας διευκρινίσεις αναφορικά με το είδος της εργασιακής σχέσης και την ασφάλιση των διανομέων που απασχολούνται σε επιχειρήσεις ψηφιακών υπηρεσιών διαμεσολάβησης. Στα άρθρα 68-72, λοιπόν, του πρόσφατου αυτού Νόμου γίνεται πρόβλεψη για πρώτη φορά πάνω στο ζήτημα αυτό.
Αρχικά, στο άρθρο 68 προσδιορίζεται η έννοια της ψηφιακής πλατφόρμας, ως επιχείρησηπου ενεργεί είτε απευθείας είτε ως μεσάζουσα και μέσω διαδικτυακής πλατφόρμας συνδέει παρόχους υπηρεσιών ή επιχειρήσεις ή τρίτους με χρήστες ή πελάτες ή καταναλωτές και διευκολύνει τις μεταξύ τους συναλλαγές ή συναλλάσσεται απευθείας μαζί τους.Εν συνεχεία, στο άρθρο 69 ρυθμίζεται η συμβατική σχέση των ψηφιακών πλατφορμών με τους παρόχους υπηρεσιών, η οποία διακρίνεται σε σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ή σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών ή έργου, προβλέποντας μαχητό αρνητικό τεκμήριο ως προς την ύπαρξη εξαρτημένης εργασίας στην περίπτωση που ο πάροχος δικαιούται α) να χρησιμοποιεί υπεργολάβους ή υποκατάστατους για να παρέχουν τις υπηρεσίες που έχει αναλάβει, β) να επιλέγει τα διάφορα έργα που η ψηφιακή πλατφόρμα του προτείνει ή να θέτει μονομερώς ο ίδιος μέγιστο αριθμό τέτοιων έργων που εκάστοτε θα αναλαμβάνει, γ) να παρέχει τις ανεξάρτητες υπηρεσίες του προς οποιονδήποτε τρίτο, συμπεριλαμβανομένων των ανταγωνιστών της πλατφόρμας και δ) να καθορίζει ο ίδιος τον χρόνο παροχής των υπηρεσιών του, εντός δεδομένων χρονικών πλαισίων, προσαρμόζοντάς τον στις προσωπικές του ανάγκες και όχι με βάση τα συμφέροντα της ψηφιακής πλατφόρμας.
Άξιο αναφοράς είναι ότι, ήδη προ της θέσπισης του τεκμηρίου του άρθρου 69 του Ν. 4808/2021 περί μη ύπαρξης σύμβασης εξαρτημένης εργασίας υπό τις τέσσερις αυτές προϋποθέσεις, με το άρθρο 1 του Ν. 3846/2010 προβλέπεται τεκμήριο για ύπαρξη εξαρτημένης εργασίας σε περίπτωση συμφωνίας μεταξύ εργοδότη και απασχολούμενου για παροχή υπηρεσιών ή έργου, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, ιδίως στις περιπτώσεις αμοιβής κατά μονάδα εργασίας (φασόν), τηλεργασίας, κατ’ οίκον απασχόλησης, εφόσον η εργασία παρέχεται αυτοπροσώπως, αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στον ίδιο εργοδότη για εννέα (9) συνεχείς μήνες.
Στο σημείο αυτό, χρήσιμο θα ήταν να γίνει μία σύντομη περιγραφή των διαφορών μεταξύ των ως άνω καθεστώτων απασχόλησης. Πιο συγκεκριμένα, σύμβαση εξαρτημένης εργασίας υπάρχει όταν οι συμβαλλόμενοι, με τους όρους της συμφωνίας τους, αποβλέπουν στην παροχή της εργασίας που συμφωνήθηκε και στον μισθό, ανεξάρτητα από τον τρόπο καθορισμού και καταβολής του, και ο εργαζόμενος υπόκειται σε νομική και προσωπική εξάρτηση από την εργοδότη, η οποία εκδηλώνεται με το δικαίωμα του τελευταίου να δίνει δεσμευτικές για τον εργαζόμενο οδηγίες, ως προς τον τρόπο, τόπο και χρόνο παροχής των υπηρεσιών του και να ασκεί εποπτεία και έλεγχο για τη διαπίστωση της συμμορφώσεως του προς αυτές. Αντίθετα, σύμβαση παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών υπάρχει όταν ο εργαζόμενος παρέχει αντί μισθού την εργασία του, χωρίς να υπόκειται στον έλεγχο και την εποπτεία του εργοδότη με την ως άνω έννοια. Η σύμβαση μισθώσεως ανεξαρτήτων υπηρεσιών, αν και έχει πολλά κοινά σημεία με τη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας (π.χ. άτυπη κατάρτιση, διάρκεια ορισμένου ή αορίστου χρόνου, υποχρέωση καταβολής μισθού κλπ.), διαφέρει ως προς το κύριο στοιχείο της έλλειψης νομικής ή προσωπικής εξαρτήσεως,αφού ο εργοδότης δεν ασκεί τις εξουσίες που του παρέχει το διευθυντικό δικαίωμα και ο εργαζόμενος δεν υποχρεώνεται να συμμορφώνεται ούτε να υπόκειται στον έλεγχο του εργοδότη. Με τη δε σύμβαση μισθώσεως έργου οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην επίτευξη του συμφωνηθέντος τελικού αποτελέσματος, η πραγμάτωση του οποίου συνεπάγεται την αυτόματη λύση της μεταξύ των συμβαλλομένων συμβατικής σχέσης.
Παρά τις ανωτέρω διακρίσεις, σημειώνεται ότι, αν και στην περίπτωση της σύμβασης ανεξαρτήτων υπηρεσιών και έργου, δεν εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας, με το άρθρο 71 του Ν. 4808/2021 προβλέπεται εξομοίωση των απασχολούμενων με σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών ή έργου με εκείνων που απασχολούνται με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ως προς την υποχρέωση πρόνοιας, υγιεινής και ασφάλειας των ψηφιακών πλατφορμών.
Τέλος και σε κάθε περίπτωση, επισημαίνεται ότι ο χαρακτηρισμός της συμβατικής σχέσης γίνεται από το δικαστήριο, μετά από εκτίμηση όλων των συγκεκριμένων περιστάσεων για να κριθεί – ανεξάρτητα από το νομικό χαρακτήρα που έδωσαν τα συμβαλλόμενα μέρη– με ποια συγκεκριμένη νομική σχέση συνδέονται τα συμβαλλόμενα μέρη. Είναι, λοιπόν, αδιάφορο και μη δεσμευτικό για το Δικαστήριο αν τα συμβαλλόμενα μέρη χαρακτήρισαν τη μεταξύ τους σχέση ως σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών ή έργου, αν στην πραγματικότητα το καθεστώς απασχόλησής τους φέρει τα χαρακτηριστικά της εξαρτημένης εργασίας.
Ήλια Αλευρά, Δικηγόρος, ΔΜΣ Εργατικού Δικαίου.